- ευπερίγραπτος
- -η, -ο (ΑΜ εὐπερίγραπτος, -ον)1. αυτός που περιγράφεται εύκολα2. αυτός που έχει ωραίο σχήμα, κομψό περίγραμμα.επίρρ...εὐπεριγράπτως (Μ)σύντομα, με λίγα λόγια.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
εὐπερίγραπτος — masc/fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
εὐπερίγραπτον — εὐπερίγραπτος masc/fem acc sg εὐπερίγραπτος neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
εὐπεριγράπτοις — εὐπερίγραπτος masc/fem/neut dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
εὐπεριγράπτου — εὐπερίγραπτος masc/fem/neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
εὐπεριγράπτους — εὐπερίγραπτος masc/fem acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
εὐπεριγράπτῳ — εὐπερίγραπτος masc/fem/neut dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)